Οι μεγάλες εταιρείες πολυτελών αγαθών βρίσκονται αντιμέτωπες με μια περίοδο επιβράδυνσης, καθώς η ζήτηση για ακριβά προϊόντα μειώνεται λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και των αλλαγών στις καταναλωτικές συνήθειες.
Παρ’ όλα αυτά, η Hermès διατηρεί τη δυναμική της και ξεχωρίζει στην αγορά, συνεχίζοντας την ανάπτυξή της ακόμη και εν μέσω αυτής της ύφεσης. Απόδειξη ότι οι πωλήσεις της ενισχύθηκαν κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, καθώς οι καταναλωτές παραμένουν πιστοί στις θρυλικές τσάντες και τα πολυτελή προϊόντα της, εδραιώνοντας τη μοναδική της θέση στον κλάδο.
Μάλιστα, η εταιρεία ανακοίνωσε αύξηση των πωλήσεων σχεδόν 18% το τέταρτο τρίμηνο, σε σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες, ξεπερνώντας τις προσδοκίες των αναλυτών, που ανέμεναν άνοδο 11%. Ιδιαίτερα οι αγορές στην Κίνα και την Αμερική παρουσίασαν καλύτερα αποτελέσματα από τις εκτιμήσεις.
Η Hermès ξεχωρίζει από τους ανταγωνιστές της, όπως η Kering (ιδιοκτήτρια της Gucci) και η LVMH, κυρίως επειδή απευθύνεται σε πλουσιότερους πελάτες, των οποίων η κατανάλωση είναι πιο σταθερή κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων. Η εταιρεία διαθέτει ισχυρή στρατηγική τιμολόγησης, όπως επίσης και τις πολυπόθητες τσάντες Birkin και Kelly, για τις οποίες υπάρχουν λίστες αναμονής.
Ο εκτελεστικός πρόεδρος Axel Dumas ανέφερε ότι η Hermès αύξησε τις τιμές των προϊόντων της κατά 6-7% σε παγκόσμιο επίπεδο από την αρχή του 2025 και θα χορηγήσει μπόνους ύψους 4.500 ευρώ στους περισσότερους από 25.000 υπαλλήλους της.
Επιπλέον, όλες οι μονάδες της Hermès παρουσίασαν θετική πορεία το τέταρτο τρίμηνο, με την κατηγορία δερμάτινων ειδών να σημειώνει αύξηση 22%, ξεπερνώντας τις εκτιμήσεις. Σχολιάζοντας τους κινδύνους από τους αμερικανικούς δασμούς, ο Dumas δήλωσε ότι η Hermès δεν προσαρμόζει την παραγωγή της ανάλογα με τις αλλαγές στις δασμολογικές πολιτικές. «Εάν οι δασμοί αυξηθούν, θα αυξήσουμε και τις τιμές», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Τα παραπάνω στοιχεία λοιπόν αποδεικνύουν ότι η αγορά μιας τσάντας Hermès αποτελεί μια επικερδή επένδυση, που στο μέλλον δύσκολα θα χάσει την αξία της.